Ο Μπουρλοτιέρης Ματρόζος, Σπετσιώτης αγωνιστής, που χάρισε αφειδώλευτα τα πάντα στην πατρίδα, έφθασε στα γεράματά του να είναι φτωχός και αγνοημένος, όταν οι πρώην ναύτες του είχαν γί -νει καπεταναίοι στα βασιλικά καράβια και ο παλιός συμπολεμι -στής του Κωνσταντίνος Κανάρης ήταν Υπουργός των Ναυτικών. Αυτόν, λοιπόν, τον Κανάρη, του οποίου τη ζωή είχε γλυτώσει κοντά στην Τένεδο, πήγε να συναντήσει στην Αθήνα ο ήρωας γερο-Ματρόζος, που ζούσε σεμνός και αφανής όλα τα χρόνια της ζωής του, μέχρι που η πείνα τον ανάγκασε να καταπιεί την υπερηφάνειά του και να ζητήσει βοήθεια. Στο Υπουργείο , δυστυχώς, του έκλει -σε το δρόμο ένας άνθρωπος, που ευεργετημένος ασκούσε τη μικρή εξουσία του με υπεροψία.
Το περιστατικό πολύ συγκινητικά αφηγείται στο υπέροχο ποίημά του ο μελίρρυτος Σπετσιώτης ποιητής Γεώργιος Στρατήγης.
Μπαίνοντας στο Υπουργείο ο γέρο-Ματρόζος, που είχε την όψη ζητιάνου, είπε στον υπασπιστή, που ήταν ντυμένος στα χρυσά.
– Θέλω να δω τον Κωνσταντή!
– Ποιόν Κωνσταντή; Τον ρώτησε εκείνος.
Ο υπασπιστής εκνευρισμένος του απαντά:
– Δε λεν κανένα Ψαριανό,
εδώ είν΄ Υπουργείο,
να ζητιανέψεις πήγαινε μεσ΄ στο φτωχοκομείο.
Ο Ματρόζος τότε παλληκαρίσια του απάντησε:
– Αν οι ζητιάνοι σαν κι εμέ
δεν έχυναν το αίμα,
οι καπετάνιοι σαν κι έσέ
δε θα φορούσαν στέμμα!
Ο Κανάρης άκουσε τη φιλονικία και ζήτησε να δει τον γέροντα, που από τα χρόνια δεν τον αναγνώρισε. Τότε ο Ματρόζος του θύμισε την περιπέτειά του απ΄ έξω από την Τένεδο πριν 55 χρόνια, όπου όρμησε και τον έσωσε, ενώ τον κυνηγούσαν οι Τούρκοι. Άργησε να καταλάβει ο Κανάρης, αλλά φέρνοντας στη μνήμη του το ιστορικό του παρελθόν δάκρυσε και ανοίγοντας πλατιά την αγκαλιά του τον κράτησε δακρύβρεχτος σφιχτά στα στήθη του και ο γερο-Ματρόζος δεν έφυγε άπρακτος και πικραμένος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου